Όπως είναι γνωστό, τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης παρατηρείται το φαινόμενο της άρνησης του Κράτους να συμμορφωθεί προς τις δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται σε βάρος του. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα τέτοιας άρνησης, όμως, σχετικά πρόσφατα, αντιμετωπίζουμε τις γνωστές περιπτώσεις με τις ανεκτέλεστες αποφάσεις του ΣτΕ για τις συντάξεις.
Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι η υποχρέωση συμμόρφωσης του Κράτους στις δικαστικές αποφάσεις είναι ζήτημα ύψιστης θεσμικής σημασίας. Για το λόγο αυτό και προβλέπεται από το ίδιο το Σύνταγμα και συγκεκριμένα στο άρθρο 95§5, αλλά και σε διατάξεις άλλων νομοθετημάτων (π.χ. στο άρθρο 50§4 του π.δ. 18/1989 περί Συμβουλίου της Επικράτειας, άρθρο 198 Κ.Δ.Δ. κλπ.).
Καθιερώνεται ως γενικός κανόνας η υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης στις δικαστικές αποφάσεις, κανόνας ο οποίο είναι απόλυτος και άμεσης εφαρμογής, αφού δεν τελεί υπό την επιφύλαξη του νόμου. Ήδη μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί πολλές αποφάσεις πρωτόδικα που έχουν δικαιώσει συνταξιούχους για την επιστροφή των αναδρομικών τους, με τις οποίες όμως δεν συμμορφώνεται ο ΕΦΚΑ.
Ελάχιστες αποφάσεις έχουν εκτελεστεί, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο Φορέας ασκεί εφέσεις. Υπάρχει δηλαδή μια τεράστια καθυστέρηση στην ικανοποίηση των αξιώσεων των συνταξιούχων και στη συμμόρφωση της διοίκησης με τις αποφάσεις αυτές, η οποία προκαλεί απορία.
Η ολιγωρία αυτή της Διοίκησης να ικανοποιήσει τους δικαιωμένους συνταξιούχους οδήγησε ένα σωματείο συνταξιούχων να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο και να ζητήσει την συμμόρφωση του Κράτους στις απόφάσεις του ΣτΕ.
Το αρμόδιο Τριμελές Συμβούλιο του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την απόφαση 15/2019 κρίνοντας την αίτηση περί μη συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις 2287 και 2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι περικοπές των συντάξεων, αποφάσισε ότι το αιτούν σωματείο συνταξιούχων δεν νομιμοποιείται να αιτηθεί τη συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των δικαστηρίων για επιστροφή των αναδρομικών στους συνταξιούχους γιατί δεν είναι διάδικος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση αυτή αλλά είναι τρίτος. Έτσι, λοιπόν το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση του σωματείου για μη συμμόρφωση για λόγους τυπικούς και όχι ουσιαστικούς.
Η συγκυρία που εκδόθηκε η απόφαση αυτή και μάλιστα αμέσως μετά την απόφαση 647/2019, με την οποία κρίθηκε τελεσίδικα η επιστροφή των αναδρομικών σε συνταξιούχο, ίσως να είναι τυχαία. Ωστόσο, από το άρθρο 198 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προκύπτει ρητά η υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται προς το περιεχόμενο των αποφάσεων, οι οποίες εκδίδονται για διαφορές που άγονται προς επίλυση με άσκηση προσφυγής.
Η υποχρέωση αυτή συμμόρφωσης της Διοίκησης αφορά όλες τις δικαστικές αποφάσεις και όχι μόνο τις τελεσίδικες. Ο Κώδικας δεν διακρίνει, άρα υφίσταται γενική υποχρέωση συμμόρφωσης της Διοίκησης προς κάθε δικαστική απόφαση.
Ανεξάρτητα λοιπόν από το γεγονός ότι απερρίφθη η αίτηση για συμμόρφωση του Κράτους στις δικαστικές αποφάσεις έστω και για τυπικούς λόγους, θα επαναλάβουμε ότι η συμμόρφωση του Κράτους στις δικαστικές αποφάσεις είναι θεμελιώδης για ένα δημοκρατικό πολίτευμα και έκφραση της αρχής του κράτους δικαίου. Φυσικά το Κράτος για να δικαιολογήσει την άρνησή του να συμμορφωθεί με τις συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις, επικαλείται τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό που απειλείται από μια τέτοια πράξη.
Όμως, ακόμη και αν αυτές οι δικαιολογίες δεν είναι έωλες, εντούτοις οι εκπτώσεις στις θεμελιώδεις δικαιοκρατικές αρχές δεν επιτρέπεται να γίνονται αποδεκτές σε καμία περίπτωση.